Παρασκευή 30 Δεκεμβρίου 2016

Τετάρτη 11 Ιανουαρίου 2017 | ΔΙΑΛΕΞΗ: «Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΣΥΜΦΩΝΙΩΝ TTIP ΚΑΙ CETA ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΕΙΑ»

ΕΙΣΟΔΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΗ
Τετάρτη 11 Ιανουαρίου 2017 
Ώρα:19.00 
Η διάλεξη θα δοθεί από τον κ. Γρηγόρη Ζαρωτιάδη, Αναπλ. Καθηγητή του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του Α.Π.Θ., Αντιπρόεδρο της ASECU (Ένωσης των Οικονομικών Πανεπιστημίων της Νότιας και Ανατολικής Ευρώπης και της Παρευξείνιας Ζώνης)

Θέμα της Διάλεξης: 
"Η σημασία των συμφωνιών TTIP και CETA για την Ελληνική Κοινωνία και
Πολιτεία"


Παρασκευή 23 Δεκεμβρίου 2016

Ευρωπαϊκή Αποκεντρωμένη Ημέρα Δράσης κατά της CETA – Σάββατο 21 Ιανουαρίου 2017 | Στην Αθήνα η δράση στο Σύνταγμα



Ευρωπαϊκή ΑποκεντρωμένηΗμέρα Δράσης κατά της CETA – Σάββατο 21 Ιανουαρίου 2017
[Στην Αθήνα στο Σύνταγμα Σάββατο 28 Ιανουαρίου 11:30]


 Νοέμβριος 2016


Εμείς, η κοινωνία των πολιτών, τα κινήματα βάσης, τα εργατικά κινήματα, οι αγρότες, οι περιβαλλοντικές και κοινωνικές ομάδες από όλη την Ευρώπη καλούμε για μια αποκεντρωμένη, ευρωπαϊκή, ημέρα δράσης  κατά της εμπορικής συμφωνίας μεταξύ ΕΕ και Καναδά (CETA), που θα πραγματοποιηθεί την 21η Ιανουαρίου και για περαιτέρω αποκεντρωμένες δράσεις και κινητοποιήσεις πριν τη σχετική ψηφοφορία στο Ευρωκοινοβούλιο που θα πραγματοποιηθεί στις 2 Φεβρουαρίου

Κατά τη διάρκεια της μακράς διαδικασίας των διαπραγματεύσεων σχετικά με τη συμφωνία και του νομικού ελέγχου της, επισημάναμε επανειλημμένως τα σημαντικά προβλήματα του κειμένου της CETA.  Εισηγηθήκαμε συγκεκριμένες τροποποιήσεις, οι οποίες θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μια πιο δημοκρατική εμπορική πολιτική με περισσότερη διαφάνεια και η οποία θα είχε ως γνώμονα την προστασία του περιβάλλοντος και τα θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών. Στο κείμενο της CETA, όμως, που υπογράφτηκε τον Οκτώβριο του 2016 δεν λήφθηκαν υπόψη οι ανησυχίες που διατυπώσαμε. Για τον λόγο αυτό δηλώνουμε ότι αντιτασσόμαστε σθεναρά στην επικύρωση της συμφωνίας. 

Και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού πολλοί αγρότες, συνδικαλιστικές οργανώσεις, φορείς της δημόσιας υγείας, περιβαλλοντικές ομάδες και ομάδες προάσπισης των ψηφιακών δικαιωμάτων, όπως και άλλες ΜΚΟ, αλλά και μικρομεσαίες επιχειρήσεις έχουν απορρίψει την εν λόγω συμφωνία.

Θα θέλαμε να τονίσουμε κάποιες από τις βασικές μας ανησυχίες σχετικά με το κείμενο της συμφωνίας που υπογράφτηκε:

  ·         Η CETA θα εξουσιοδοτήσει χιλιάδες εταιρείες να ενάγουν τις κυβερνήσεις για νόμιμα μέτρα χωρίς διακρίσεις που προστατεύουν τους ανθρώπους και τον πλανήτη. Το κείμενο της συμφωνίας και οι συνοδευτικές δηλώσεις δεν περιέχουν καμία ρήτρα που να εμποδίζει τις εταιρείες να ασκήσουν τα επενδυτικά δικαιώματα που παρέχει σ’ αυτούς η CETA για να εκφοβίσουν τους ιθύνοντες και να τους εξαναγκάσουν να προβούν σε ρυθμιστικές αποφάσεις που δεν θα εστιάζουν στο δημόσιο συμφέρον, όπως για παράδειγμα στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Η CETA, μάλιστα, επιτρέπει στις εταιρείες να αξιώσουν «αποζημιώσεις» για μελλοντικά κέρδη που δεν θα μπορέσουν να εισπράξουν επειδή κάποια τροποποίηση στις πολιτικές επηρέασε την επένδυσή τους. Η CETA αντί να μεταρρυθμίσει «δραστικά» τον μηχανισμό επίλυσης διαφορών επενδυτή-κράτους, ουσιαστικά τον διευρύνει και τον εδραιώνει. 

·        Το Δικαστικό Σύστημα Επενδύσεων (ICS) της CETA παρέχει δικαιώματα στους επενδυτές που μπορούν να ασκήσουν κατά κόρον, αλλά δεν τους αναθέτει αντίστοιχες υποχρεώσεις. Δεν επιτρέπει στους πολίτες, τις κοινότητες ή τις συνδικαλιστικές οργανώσεις να προβούν σε καταγγελίες όταν μια εταιρεία παραβιάζει τους περιβαλλοντικούς, εργασιακούς, υγειονομικούς κανονισμούς, τους κανόνες ασφαλείας κτλ. Ενδέχεται επίσης να μην είναι συμβατό με τη νομοθεσία της ΕΕ, αφού δημιουργεί ένα παράλληλο νομικό σύστημα, επιτρέποντας έτσι στους επενδυτές να παρακάμψουν τα υφιστάμενα δικαστήρια. Το ICS είναι ένα σύστημα που κάνει διακρίσεις επειδή παραχωρεί δικαιώματα στους ξένους επενδυτές, τα οποία δεν παρέχονται ούτε για τους πολίτες ούτε για τους εγχώριους επενδυτές. 

·         Οι όροι της CETA που αφορούν τα εργασιακά δικαιώματα και τη βιώσιμη ανάπτυξη δεν μπορούν να εφαρμοστούν αποτελεσματικά μέσω της επιβολής κυρώσεων και είναι συνεπώς σε σύγκρουση με τους όρους του εταιρικού δικαίου. Οι εν λόγω όροι είναι, λοιπόν, απλές δηλώσεις χωρίς βάρος και δεν αντισταθμίζουν τους κινδύνους που παρουσιάζουν άλλα κεφάλαια της συμφωνίας για τα δικαιώματα των εργαζομένων, την προστασία του περιβάλλοντος και τα μέτρα για τον περιορισμό της κλιματικής αλλαγής. 

·         Η CETA περιορίζει σε μεγάλο βαθμό τις κυβερνήσεις όσον αφορά τις δυνατότητές τους να δημιουργήσουν δημόσιες υπηρεσίες, να τις διευρύνουν και να τις ρυθμίσουν και να αντιστρέψουν αποτυχημένες φιλελευθεροποιήσεις και ιδιωτικοποιήσεις. Η CETA αποτελεί την πρώτη συμφωνία της ΕΕ που καθιστά τη φιλελευθεροποίηση των υπηρεσιών κανόνα και τους κανονισμούς που αφορούν το δημόσιο συμφέρον εξαίρεση. Το γεγονός αυτό ενδέχεται να οδηγήσει σε προσκόμματα όσον αφορά την πρόσβαση των πολιτών σε υπηρεσίες υψηλής ποιότητας, όπως το νερό, τα μέσα συγκοινωνίας, η πρόνοια, η υγειονομική περίθαλψη και υπονομεύει τις προσπάθειες παροχής δημόσιων υπηρεσιών που συμβαδίζουν με τους στόχους που τίθενται για το δημόσιο συμφέρον. 

         Μια ανεξάρτητη μελέτη που εστίασε στις οικονομικές συνέπειες της CETA προβλέπει ότι τόσο στον Καναδά όσο και στην Ευρώπη θα οδηγήσει σε απώλεια θέσεων εργασίας, θα επιβραδύνει την οικονομική ανάπτυξη σε σχέση με τους ρυθμούς ανάπτυξης που θα υπήρχαν χωρίς τη συμφωνία, ενώ από τα σχετικά χαμηλά έσοδα θα επωφεληθούν κυρίως οι κεφαλαιούχοι και όχι οι εργαζόμενοι. Συνεπώς η εφαρμογή της CETA θα αυξήσει την ανισότητα. 

·         Μέσω της περαιτέρω φιλελευθεροποίησης των χρηματοοικονομικών αγορών και τον αυστηρό περιορισμό των μεταρρυθμίσεων που αποσκοπούν στην εξάλειψη των βασικών παραγόντων που προκαλούν οικονομική αστάθεια και διασφαλίζουν την καλύτερη προστασία των καταναλωτών αλλά και του συνόλου της οικονομίας, η CETA καθιστά τον Καναδά και την ΕΕ πιο επιρρεπείς στις οικονομικές κρίσεις. 

·         Η CETA θα αυξήσει το κόστος των συνταγογραφούμενων φαρμάκων στον Καναδά κατά τουλάχιστον 850 εκατομμύρια καναδικά δολάρια τον χρόνο (583 εκατομμύρια Ευρώ). Επιπλέον, θα έχει αρνητικό αντίκτυπο στα θεμελιώδη δικαιώματα, όπως το δικαίωμα προστασίας της ιδιωτικής ζωής και το δικαίωμα προστασίας των προσωπικών δεδομένων και θα περιορίσει τις εξουσίες του Καναδά και της ΕΕ, αποτρέποντάς τους να καταργήσουν τα πλεονάζοντα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας που περιορίζουν την πρόσβαση στη γνώση και την καινοτομία. Κάποια από τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας που περιέχει το κείμενο της CETA προσομοιάζουν το κείμενο της Εμπορικής Συμφωνίας για την Καταπολέμηση της Παραποίησης/Απομίμησης (ACTA), την οποία το Ευρωκοινοβούλιο απέρριψε το 2012. 

·         Οι κανόνες της CETA που αφορούν τη ρυθμιστική συνεργασία και την εγχώρια ρύθμιση θα επιβαρύνουν περαιτέρω τους νομοθέτες ενισχύοντας παράλληλα τον ρόλο των εκπροσώπων των επιχειρηματικών συμφερόντων στη διαδικασία της χάραξης πολιτικής υπονομεύοντας δυνητικά την χάραξη πολιτικής που είναι απαραίτητη για το δημόσιο συμφέρον. 

·         Και στις δύο όχθες του Ατλαντικού, η CETA θα εκθέσει τους αγρότες σε ανταγωνιστική πίεση που θα υπονομεύσει τη διαβίωσή τους χωρίς να επιφέρει ιδιαίτερα οφέλη στους καταναλωτές. Επιπλέον, θα αυξήσει τον έλεγχο των εταιρειών στους σπόρους, θα αποτελέσει πρόσκομμα στις πολιτικές που προωθούν την αγορά τοπικών προϊόντων και ενδέχεται να υποβαθμίσει τα υψηλά πρότυπα επεξεργασίας και παραγωγής τροφίμων, υποσκάπτοντας τις προσπάθειες προώθησης της βιώσιμης γεωργίας. 

·         Τα μέτρα προφύλαξης που προστατεύουν τους καταναλωτές, τη δημόσια υγεία και το περιβάλλον αμφισβητούνται με τη CETA με το πρόσχημα ότι είναι υπερβολικά επιβαρυντικά, δεν «τεκμηριώνονται επιστημονικά» ή αποτελούν μεταμφιεσμένα εμπορικά κωλύματα. Ούτε το κείμενο της CETA ούτε οι συνοδευτικές δηλώσεις δεν φροντίζουν να προστατεύσουν αποτελεσματικά τον ρόλο της αρχής της προφύλαξης στην ευρωπαϊκή ρυθμιστική πολιτική, ενώ κάποιες ενότητες αναφέρονται σε συγκρουόμενες αρχές. 


Η CETA είναι το αποτέλεσμα μιας διαδικασίας απόλυτα κρυφών διαπραγματεύσεων ανάμεσα στην προηγούμενη καναδική κυβέρνηση και την προηγούμενη ευρωπαϊκή Επιτροπή. Το τελικό κείμενο της CETA όπως και οι συνοδευτικές δηλώσεις αγνοούν σχεδόν όλες τις εύλογες και  πολύ εύστοχες τροποποιήσεις που πρότεινε η κοινωνία των πολιτών για να επισημάνει τα ελαττώματα της συμφωνίας. 

Η υφιστάμενη εκδοχή της CETA δεν αποτελεί μια προοδευτική εμπορική συμφωνία. Θα ήταν λάθος μας να εφαρμόσουμε αυτήν τη συμφωνία και να τη θέσουμε ως πρότυπο των μελλοντικών συμφωνιών τη στιγμή που περιέχει τόσους προβληματικούς όρους. Η CETA αποτελεί μια οπισθοδρομική και πιο παρεμβατική εκδοχή της παλιάς ατζέντας ελεύθερου εμπορίου, που εκπονήθηκε από και προς όφελος των μεγαλύτερων πολυεθνικών του κόσμου. Απαιτείται μια ριζική μεταβολή προς μια συμμετοχική εμπορική πολιτική με διαφάνεια, η οποία θα βασίζεται στις ανάγκες των πολιτών και του πλανήτη. Η επικύρωση της CETA θα μας απομακρύνει πολύ από αυτήν την αναγκαία μεταβολή.

Καλούμε τις οργανώσεις, τα άτομα, τις συμμαχίες να συμμετάσχουν  οργανώνοντας αυτόνομες, αποκεντρωμένες δράσεις σε όλη την Ευρώπη την 21η Ιανουαρίου, ούτως ώστε το μήνυμα αυτό να ακουστεί πριν την ψηφοφορία στο Ευρωκοινοβούλιο. Αποσκοπούμε στην πραγματοποίηση ποικίλων δράσεων και στην έκφραση αλληλεγγύης ανά τον κόσμο που θα μας βοηθήσει να ενημερώσουμε, να κινητοποιήσουμε τους πολίτες σε τοπικό επίπεδο για να εμπλακούν ενεργά.
Ευρωπαϊκή Αποκεντρωμένη Ημέρα Δράσης κατά της CETA – 21 Ιανουαρίου 2017

[H μετάφραση έγινε από την Θεοδώρα Φιλοπούλου για την Ελληνική Πρωτοβουλία STOP TTIP CETA TiSA Greece http://stop-ttip-ceta-greece.blogspot.gr Mail: stop.ttip.greece@gmail.com  | Στην Αθήνα η Δημόσια Δράση θα γίνει στο Σύνταγμα, Σάββατο 28 Ιανουαρίου 2017 – ώρα 11:30]
 

Τετάρτη 21 Δεκεμβρίου 2016

Δώρα Κοτσακά "Η CETA μετά τη Βαλονία ή Τίποτα δεν τελείωσε"


Η πρόσφατη άρνηση των Βαλόνων να συναινέσουν στην υπογραφή της CETA προσέφερε, μεταξύ άλλων, μία τεράστια υπηρεσία. Οι πολίτες έμαθαν την ύπαρξή της, καθώς και ότι συνοδεύεται από προβληματικό περιεχόμενο... αλλιώς δεν θα γινόταν τόση φασαρία.

 
Έχουν περάσει σχεδόν δύο μήνες από τότε και ενώ η δημοσιότητα σχετικά με τη συμφωνία έπαψε, οι σχετικές διεργασίες στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, υπήρξαν πυρετώδεις και καινοφανείς ως προς την απαίτηση παράβασης θεμελιακών δημοκρατικών διαδικασιών. Η ένταση που συνοδεύει τις διαδικασίες που σχετίζονται με τη CETA συνιστά άλλη μία ένδειξη, στο πλήθος όσων έχουν συσσωρευτεί μέχρι σήμερα, ότι η εν λόγω συμφωνία ‘δεν είναι μία εμπορική συμφωνία’. Στόχος αυτής, όπως και των αδελφών ‘εμπορικών συμφωνιών νέας γενιάς’ (ΤΤΙΡ, ΤΡΡ, TiSA) είναι η δημιουργία νέων θεσμικών πλέον οργάνων, τα οποία θα επιτρέψουν την περαιτέρω αναδιανομή χρήματος και εξουσιών προς όφελος της αγοράς, που στην περίπτωσή μας σημαίνει τις πολυεθνικές εταιρείες και το χρηματιστηριακό κεφάλαιο.

Τί χάνουμε, τί κερδίζουμε

Αρχικά είναι σκόπιμο να καταστεί σαφές ότι το επιχείρημα που ακούγεται ότι ‘ο Καναδάς είναι καλύτερος από τις ΗΠΑ’ ή ‘η CETA είναι καλύτερη από την TTIP’ είναι άσχετο με το θέμα των εταιρικών διαιτητικών πάνελ (ISDS/ICS) και άρα τις συνέπειες της CETA. Το θέμα δεν είναι αν είναι καλός ή κακός ο Καναδάς, αλλά η χρήση των εταιρικών διαιτητικών πάνελ, μεταξύ άλλων, που θα κάνουν οι πολυεθνικές εταιρείες. Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι 41.000 αμερικάνικες πολυεθνικές έχουν έδρα και στον Καναδά και μπορούν ωραιότατα να κάνουν τη δουλειά τους και μέσω της CETA.

Αν αυτές οι συμφωνίες φτάσουν στην εφαρμογή το συνεπαγόμενο κόστος θα είναι τεράστιο. Μετονομάζουν ως ‘εμπόδια στο εμπόριο’ κατακτήσεις και δικαιώματα σε όλα τα επίπεδα της κοινωνικής και οικονομικής ζωής, ενώ ταυτόχρονα βάλουν κατά του ίδιου του θεσμικού πλαισίου της Δημοκρατίας, καθιστώντας την εταιροκρατία από κακόηχη λέξη, εφαρμόσιμη δυστοπία. Την ίδια στιγμή κανείς δεν δίνει νούμερα σχετικά με το τι θα κερδίσουν οι πολίτες των ευρωπαϊκών χωρών. Ως προς τα οφέλη από τη CETA μία προσεκτική αναζήτηση αποκαλύπτει ότι πέρα από γενικόλογες αναφορές του τύπου «θα αυξηθεί η ανάπτυξη, θα κάνουν άλμα οι εξαγωγές, μεγάλη ευκαιρία για την αύξηση των θέσεων εργασίας κλπ», ακριβή νούμερα δεν δίνονται πουθενά.

Είναι ενδεικτικό ότι ενώ η Κομισιόν είναι υποχρεωμένη να εισηγείται μία Τεχνική Έκθεση ή Μελέτη Επιπτώσεων για τις εμπορικές και επενδυτικές συμφωνίες που καλεί το σώμα να κυρώσει, στην περίπτωση της CETA η εν λόγω τεχνική έκθεση είναι του 2011. Εκ τότε δεν επανήλθαν και ζητάνε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα Εθνικά Κοινοβούλια να κυρώσουν μία συνθήκη τεράστιας σημασίας χωρίς να μπουν καν στον κόπο να επικαιροποιήσουν τη μελέτη. Πρόκειται για πρωτοφανή κίνηση που υποτιμά των ρόλο των κοινοβουλίων και την αξιοπιστία της ίδιας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Σε αυτή δε, η προσδοκώμενη αύξηση στο ΑΕΠ –με χρονικό ορίζοντα εικοσαετίας- είναι της τάξης του 0,02%-0,03% και η αντίστοιχη αύξηση στις εξαγωγές 0,05%-0,07%.

Αντιλαμβανόμαστε ότι κινούμαστε στα όρια του στατιστικού λάθους και ότι ενώ όσα δίνουμε έχουν να κάνουν με τη Δημοκρατία και τα δικαιώματά μας, αυτά που παίρνουμε δεν είναι ούτε καν ψίχουλα. Σε αυτό το σημείο καλό είναι να λάβουμε υπόψη ότι το 99% τον μικρομεσαίων επιχειρήσεων δεν εξάγουν εκτός ΕΕ και δεν έχουν σε τίποτα να ωφεληθούν. Επιπλέον δεν μπορούν να κάνουν χρήση ISDS/ICS (μόνο το κόστος προσφυγής υπολογίζεται στα 8 εκ.). Σύμφωνα δε με πρόσφατη μελέτη του Tufts University η απώλεια στις θέσεις εργασίας υπολογίζεται σε 203.000 για την Ευρώπη. Επιπλέον ο Καναδάς δεν έχει επικυρώσει σύμβαση περί εφαρμογής των αρχών του δικαιώματος οργανώσεως και συλλογικής διαπραγματεύσεως ILO (1949, αρ. 98), κάτι που σημαίνει ότι οι Καναδικές εταιρείες, συν τις 41.000 πολυεθνικές των ΗΠΑ που έχουν έδρα στον Καναδά, θα μπορούν να δραστηριοποιούνται στην ευρωπαϊκή αγορά με αυτούς τους όρους.

Τι προσέφεραν οι Βαλόνοι

Το αναλυτικότερο και πλέον τεκμηριωμένο πόρισμα που έχει μέχρι σήμερα κατατεθεί από θεσμικό φορέα σε σχέση με τη CETA. Εργάστηκαν όλες οι επιτροπές και κατέληξαν σε γνωμοδότηση για τις επιπτώσεις της Συμφωνίας για κάθε τομέα ξεχωριστά. Κατέθεσαν το πόρισμά τους τον Ιούνιο του 2015 ζητώντας απαντήσεις από την Κομισιόν. Δεν τους απάντησαν ποτέ. Τον Οκτώβρη η Κομισιόν απαίτησε εκβιαστικά από το Βέλγιο να δώσει την έγκρισή του αγνοώντας επιδεικτικά το πόρισμα του Κοινοβουλίου.

Η κυβέρνηση του Βελγίου έχει δεσμευτεί στο κοινοβούλιο της Βαλονίας ότι θα προσφύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο ως προς τη συνταγματικότητα και τη συμβατότητα της CETA με τις Ευρωπαϊκές Συνθήκες. Πέραν τούτου, κέρδισαν το να καταστεί σαφές ότι αν ένα κοινοβούλιο αποφασίσει ότι θέλει να αποσυρθεί από την προσωρινή εφαρμογή η κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να ενημερώσει την Κομισιόν και να αποσυρθεί, καθώς και περιορισμένες βελτιώσεις ICS.

Επιπλέον, κατόρθωσαν βελτιώσεις στον γεωργικό τομέα. Η αρχική συμφωνία προέβλεπε ότι οι Καναδοί θα μπορούσαν να επικαλεστούν τη ρήτρα διασφάλισης σταματώντας προσωρινά τις εισαγωγές γεωργικών και κτηνοτροφικών προϊόντων από την Ευρώπη, σε περίπτωση διατάραξης της αγοράς τους. Χρειάστηκε να επιμείνουν οι Βαλόνοι ώστε το μέτρο αυτό να ισχύει και για τους Ευρωπαίους παραγωγούς, οι οποίοι θα μπορούν να επικαλούνται επίσης τη σχετική ρήτρα σταματώντας τις εισαγωγές καναδικών προϊόντων, κάτι που δεν προβλεπόταν στην αρχική συμφωνία.
Αντιλαμβανόμαστε ότι οι Βαλόνοι με τη στάση τους και χωρίς τη συνδρομή καμίας άλλης χώρας ή κυβέρνησης κέρδισαν σημαντικές βελτιώσεις για λογαριασμό όλων των ευρωπαϊκών χωρών.

Ευρωκοινοβούλιο

Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2016

Οι συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου διχάζουν τη γερμανική κοινωνία

Του Peter Wahl


Το κοινοβούλιο της Βαλονίας (Βέλγιο), με την –προσωρινή– άρνησή του να αποδεχτεί τη Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου Καναδά-Ευρωπαϊκής Ένωσης (CETA), συγκέντρωσε τα πυρά των Ευρωπαίων ηγετών και των αρθρογράφων. Όμως, η συμφωνία τροφοδοτεί έντονες λαϊκές αντιδράσεις. Ιδιαίτερα, στη Γερμανία, όπου η κοινωνία είναι διχασμένη.


Ποιός να το πίστευε; Στη Γερμανία, τρίτη εξαγωγική χώρα στον κόσμο, έχει αναπτυχθεί ένα από τα ισχυρότερα κινήματα κατά των συμφωνιών ελεύθερου εμπορίου μεταξύ της Βόρειας Αμερικής και της Γηραιάς Ηπείρου: της συμφωνίας ελεύθερου εμπορίου Ηνωμένων Πολιτειών-Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΤΤΙΡ), η οποία βρίσκεται σε φάση διαπραγμάτευσης, και της Συμφωνίας Ελεύθερου Εμπορίου Καναδά-Ευρωπαϊκής Ένωσης (CETA), η οποία έχει μπει σε φάση επικύρωσης (1). Στις 17 Σεπτεμβρίου 2016, στις συγκεντρώσεις σε επτά γερμανικές πόλεις συμμετείχαν 320.000 διαδηλωτές, σύμφωνα με τους διοργανωτές, 190.000 σύμφωνα με την αστυνομία. Στις 10 Οκτωβρίου 2015, 250.000 διαδηλωτές από ολόκληρη τη χώρα είχαν συγκεντρωθεί στο Βερολίνο.

Παραμερίζοντας τις διαφωνίες για τον αριθμό των διαδηλωτών, η κινητοποίηση κατά της ευρωπαϊκής εμπορικής πολιτικής αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα κινήματα διαμαρτυρίας μετά την επανένωση της Γερμανίας. Αρκετές έρευνες δείχνουν ότι το γεγονός αποτυπώνει –ή υποδηλώνει– μια σοβαρή μετατόπιση της κοινής γνώμης απέναντι στις συμφωνίες αυτές. Ενώ τον Φεβρουάριο του 2014 το 55% υποστήριζε την ΤΤΙΡ (έναντι ποσοστού 25% που διαφωνούσε), έναν χρόνο αργότερα τα ποσοστά είχαν εξισορροπηθεί και, στη συνέχεια, η τάση αντιστράφηκε: τον Ιούνιο του 2016, το 75% των ερωτηθέντων απέρριπτε την ΤΤΙΡ. Αλλά και η CETA, που βρέθηκε αργότερα στο επίκεντρο της δημόσιας συζήτησης, συγκεντρώνει περισσότερες αρνητικές και λιγότερες θετικές γνώμες (2).

Γύρω από το ζήτημα, έχει διαμορφωθεί ένα ευρύ όσο και ετερόκλητο κοινωνικό μέτωπο. Κάποιος μπορεί να συναντήσει δίπλα-δίπλα οργανώσεις προστασίας του περιβάλλοντος και των καταναλωτών, όπως η Greenpeace και η Foodwatch, οπαδούς της εναλλακτικής παγκοσμιοποίησης, όπως η Ένωση για τη Φορολόγηση των Χρηματοοικονομικών Συναλλαγών και για τη Δράση των Πολιτών (ATTAC), αλλά και τη Γερμανική Συνομοσπονδία Συνδικάτων (DGB), διάφορες ενώσεις, ακόμη και το Συμβούλιο Πολιτισμού –μια συνομοσπονδία μέσω της οποίας θέατρα, λυρικές σκηνές, μουσεία και συμφωνικές ορχήστρες προστατεύουν τα συμφέροντά τους. Η Συνέλευση Γερμανικών Κοινοτήτων (DST), στην οποία συμμετέχουν 3.400 δήμοι και κοινότητες, απαιτούσε, ήδη το 2014, «οι βασικές υπηρεσίες των δήμων και κοινοτήτων, ιδιαίτερα σε τομείς που δεν έχουν ακόμη ιδιωτικοποιηθεί, όπως η ύδρευση και ο καθαρισμός του νερού, η διαχείριση των αποβλήτων και οι τοπικές συγκοινωνίες, οι κοινωνικές υπηρεσίες, όπως και όλες οι δημόσιες υπηρεσίες στον τομέα του πολιτισμού» να εξαιρεθούν ρητά από τις διαπραγματεύσεις.

Σε απόφαση της Συνόδου της, η Ευαγγελική Εκκλησία, η οποία αντιπροσωπεύει περίπου τους μισούς χριστιανούς της Γερμανίας, απαιτεί με τη σειρά της διαφάνεια στις διαπραγματεύσεις. Αντιτίθεται στη χαλάρωση των κοινωνικών και περιβαλλοντικών προδιαγραφών, καθώς και στην ιδιωτικοποίηση των δημόσιων υπηρεσιών. Η Καθολική Εκκλησία δείχνει γενικά πιο επιφυλακτική, αλλά θεωρεί ότι πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα συμφέροντα των αναπτυσσόμενων χωρών και απορρίπτει τα ιδιωτικά δικαστήρια επίλυσης εμπορικών διαφορών.

Η απόρριψη των συμφωνιών αποκρυσταλλώνεται γύρω από αυτούς τους ειδικούς δικαστικούς θεσμούς, οι οποίοι δίνουν τη δυνατότητα στους επενδυτές να σύρουν στα δικαστήρια κράτη και τοπικές αρχές. Η Ένωση Γερμανών Δικαστών (DRB) πήρε θέση ενάντια στη δημιουργία τους. Οι δικαστές δεν διαμαρτύρονται μόνο για τα δικαστήρια που αρχικά προέβλεπε η ΤΤΙΡ και η CETA, αλλά, στην περίπτωση της CETA, και για τη νέα εκδοχή που συνομολογήθηκε όπως-όπως προκειμένου να παρακαμφθούν οι επικρίσεις: πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια δικαστήρια επίλυσης εμπορικών διαφορών που θα αποτελούνται από επαγγελματίες δικαστές. «Η δημιουργία ειδικών δικαστηρίων για συγκεκριμένες κατηγορίες διαδίκων θα ήταν λανθασμένη επιλογή», αναφέρουν οι δικαστές σε ανακοίνωσή τους τον Φεβρουάριο του 2016.

Κυριακή 4 Δεκεμβρίου 2016

Θεσσαλονίκη 9 Δεκεμβρίου 2016: Εκδήλωση, ομιλία, συζήτηση σχετικά με τις Ceta-Ttip | Ποιά είναι η θέση του γεωπόνου του αύριο σε αυτή την καινούργια τάξη πραγμάτων?

 

Τμήμα Γεωπονίας ΑΠΘ - School of Agriculture, αμφιθέατρο Β' | Παρασκευή 9 Δεκεμβρίου  στις 6 μ.μ. - 9 μ.μ. | EVENT ΕΔΩ | Διοργώνωση BLOCO
Τι είναι οι διατλαντικές εμπορικές συμφωνίες ΤΤΙΡ (EE-HΠΑ) - CETA (EE-KANAΔΑΣ)?

Πώς αυτές θα επηρεάσουν τα τρόφιμα, το περιβάλλον, την οικονομία, τον πολιτισμό και την κοινωνία?

Ποιά είναι η θέση του γεωπόνου του αύριο σε αυτή την καινούργια τάξη πραγμάτων?

Θα μιλήσουν οι
  • Γρηγόρης Ζαρωτιάδης - Αναπληρωτής Καθηγητής, τμήμα οικονομικών επιστημών Α.Π.Θ.
  • Ελένη Παπαδοπούλου-Αναπληρώτρια Καθηγήτρια, τμήμα μηχανικών χωροταξίας και ανάπτυξης, πολυτεχνική σχολή ΑΠΘ
  • Γιώργος Εμμανουήλ-Oικονομολόγος, Μέλος της πανελλαδικής πρωτοβουλίας φορέων και πολιτών STOP CETA-TTIP-TISA
  • Κυριάκος Παναγιωτόπουλος - Καθηγητής Γεωπονίας Α.Π.Θ.

Συμφωνίες CETA-TTIP| Τι είναι και πόσο μας αφορούν| Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 6.30 μ.μ.


Σάββατο 3 Δεκεμβρίου 2016

10 Δεκεμβρίου 2016 ημέρα Σάββατο - στο Βόλο | ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΣΕ ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΗ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΙΑΤΛΑΝΤΙΚΕΣ ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ TTIP, CETA, ΤΙSA




ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΣΕ ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΗ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΙΑΤΛΑΝΤΙΚΕΣ  ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ TTIP, CETA, ΤΙSA

 Το ΔΙΚΤΥΟ Φορέων και Πολιτών της Θεσσαλίας κατά των ΤΤΙΡ, CETA, TISA σας καλεί στην δημόσια ενημερωτική εκδήλωση στις 10 Δεκεμβρίου 2016 ημέρα Σάββατο και ώρα 7.οο μμ στο αμφιθέατρο Ι. ΚΟΡΔΑΤΟΥ του Παραλιακού Συγκροτήματος του  Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στο Βόλο, με θέμα:

Ενημέρωση και συντονισμός δράσεων των παραγωγικών και κοινωνικών φορέων για αντιμετώπιση των διατλαντικών συμφωνιών TTIP, CETA, TISA στην Θεσσαλία.

10λεπτες Εισηγήσεις:
- Η πορεία των διαπραγματεύσεων της ΕΕ με Καναδά (CETA), HΠΑ (TTIP) σε σχέση με Γ.Τ.Ο, ΠΟΠ, ΠΓΕ, Παραδοσιακά ΕΠΙΠ προϊόντα, και τη Φέτα
Εμμανουήλ Γιώργος / Mέλος της Συντονιστικής Επιτροπής του Δικτύου

- Οι επιπτώσεις των διατλαντικών συμφωνιών στις Ευρωπαικές κοινωνικές και περιβαλλοντικές προδιαγραφές και πρότυπα
Πουτσιάκας Νίκος / εκπρόσωπος της Οικολογικής Θεσσαλίας

- H απώλεια της αυτάρκειας. Το παράδειγμα της Θεσσαλίας
Μπίλλας Γιάννης /Από Κοινού – Κίνηση Τρικαλινών Πολιτών για την Αποανάπτυξη και την Άμεση Δημοκρατία

- H αντιμετώπιση των διατλαντικών συμφωνιών με την ανάδειξη τοπικών δράσεων προστασίας της Θεσσαλικής βιοποικιλότητας ¨
Κουτής Κώστας /Αιγίλοπας –Δίκτυο για τη Βιοποικιλότητα και την Οικολογία στη Γεωργία